Τη Δευτέρα 15 Οκτωβρίου ,στην αίθουσα εκδηλώσεων του Ομίλου, θα κάνει την πρώτη της συνάντηση για την περίοδο 2012 - 2013 η Κινηματογραφική Λέσχη του Φιλοπρόοδου για να συζητήσει τις προβολές και τις δραστηριότητές της το επόμενο χρονικό διάστημα. Θα συναντηθούμε λοιπόν στις 8.00 μμ να παρακολουθήσουμε την ταινία "Τα Ξεχασμένα/ Λος Ολβιδάδος" του Λ. Μπουνιουέλ και στις 9.30 μμ θα ξεκινήσουμε τη συζήτησή μας. Η συνάντηση είναι ανοικτή για κάθε ενδιαφερόμενο/η .
Λος Ολβιδάδος
Λος Ολβιδάδος
ΚΡΙΤΙΚΗ: ΝΙΝΟΣ ΦΕΝΕΚ ΜΙΚΕΛΙΔΗΣ
**Los Olvidados. Μεξικό, 1950. Μαυρόασπρη. Σκηνοθεσία: Λουίς
Μπουνιουέλ. Σενάριο: Λουίς Μπουνιουέλ, Λουίς Αλκορίζα. Ηθοποιοί: Εστέλα Ιντα,
Αλφόνσο Μέγια, Ρομπέρτο Κόμπο, Ζεζούς Ναβάρο. 88 λεπτά.
******Η τραγωδία των εγκαταλελειμμένων, ορφανών παιδιών στις
φτωχοσυνοικίες μιας μεγαλούπολης, σε μια συγκλονιστική, σκληρή (όπου κυριαρχεί η
ποίηση της ωμότητας) -αληθινή «γροθιά στο στομάχι»- ταινία.
Η πρώτη μεγάλη ταινία του διάσημου σουρεαλιστή Ισπανού σκηνοθέτη Λουίς Μπουνιουέλ, που προβάλλεται σε επανέκδοση και με νέες κόπιες, γυρίστηκε 20 χρόνια μετά την επίμαχη, αριστουργηματική «Χρυσή εποχή», στο Μεξικό, όπου για ένα διάστημα είχε εγκατασταθεί ο σκηνοθέτης. Θέμα της, τα «ξεχασμένα», εγκαταλελειμμένα παιδιά των δρόμων που αναγκάζονται να στραφούν στην κλοπή και το έγκλημα για να επιβιώσουν. Ο Μπουνιουέλ εστιάζει το ενδιαφέρον του στις σχέσεις ανάμεσα σε δύο από τα παιδιά αυτά, μεγαλωμένα στις φτωχοσυνοικίες της Πόλης του Μεξικού: τον σχετικά αθώο Πέδρο και τον μεγαλύτερό του, σκληρό και έμπειρο, με μια δόση κυνισμού, Χάιμπο, που έχοντας αποφυλακιστεί, αναλαμβάνει την αρχηγία της συμμορίας των παιδιών και κυνηγά τον Πέδρο προκαλώντας τελικά τον θάνατό του.
Ο Μπουνιουέλ εκμεταλλεύεται τα στοιχεία τού εμπορικού μελοδράματος για να φτιάξει μια συγκλονιστική, σκληρή, χωρίς υποχωρήσεις σε συναισθηματισμούς, αριστουργηματική ταινία, όπου τα όνειρα, οι παραισθήσεις και η (συχνά καταπιεσμένη) σεξουαλικότητα παίζουν τον ίδιο σημαντικό ρόλο με την ανυποχώρητη κριτική ματιά του πάνω στην κοινωνία. Για τον Μπουνιουέλ η τραγωδία των παιδιών είναι ένα μέσο για να καταγγείλει μια κοινωνική κατάσταση που στηρίζεται στη φιλανθρωπία και στον οίκτο και που όχι μόνο δεν περιορίζει την εγκληματικότητα των ανηλίκων, αλλά την καλλιεργεί και την αναπτύσσει.
Συνδυάζοντας έναν ωμό ρεαλισμό, που ξεπερνά την επιφάνεια την οποία συναντάμε συχνά στον ιταλικό νεορεαλισμό της ίδιας περιόδου, με μια ανατρεπτική, σουρεαλιστική, μαζί και ποιητική ματιά, ο σκηνοθέτης τής «Βιριδιάνα» και της «Τριστάνα» παρουσιάζει τα διάφορα πρόσωπα αντικειμενικά, με λεπτή συχνά ειρωνεία, βάζοντας το «νυστέρι» του κάτω από την επιφάνεια, αποκαλύπτοντάς μας μια άλλη, πιο αληθινή πλευρά του εαυτού μας αλλά και του κόσμου μας. Ετσι ώστε τόσο ο Χάιμπο και ο Πέδρο με την οποιαδήποτε, έστω και λανθασμένη, αντίδρασή τους ενάντια στην κοινωνία που τους δημιούργησε, όσο και ο σακάτης ζητιάνος που στηρίζεται στον οίκτο για να κερδίσει τη συμπάθειά μας (για να αποκαλυφθεί το ίδιο αδυσώπητος με τον Χάιμπο), αλλά και ο φιλελεύθερων απόψεων διευθυντής του σωφρονιστηρίου, με την αναποτελεσματική τελική εμπιστοσύνη που θέλει κάποια στιγμή να δείξει προς τον Πέδρο, να είναι με γνώση και πειστικά τοποθετημένοι σ' ένα απάνθρωπο σύστημα, που δημιουργεί ζούγκλες σαν κι αυτή στην οποία ζουν τα εγκαταλελειμμένα παιδιά και που μόνο μια εκ θεμελίων ανατροπή του (άρα με επανάσταση) μπορεί να αλλάξει προς έναν πιο ανθρώπινο και δίκαιο κόσμο. Μια ταινία στην οποία κυριαρχεί η «ποίηση της ωμότητας», αληθινή «γροθιά στο στομάχι», από έναν σκηνοθέτη που παρέμεινε ώς το τέλος πιστός στις απόψεις του, μια ταινία που βλέπεται και ξαναβλέπεται με την ίδια πάντα απόλαυση.
Η πρώτη μεγάλη ταινία του διάσημου σουρεαλιστή Ισπανού σκηνοθέτη Λουίς Μπουνιουέλ, που προβάλλεται σε επανέκδοση και με νέες κόπιες, γυρίστηκε 20 χρόνια μετά την επίμαχη, αριστουργηματική «Χρυσή εποχή», στο Μεξικό, όπου για ένα διάστημα είχε εγκατασταθεί ο σκηνοθέτης. Θέμα της, τα «ξεχασμένα», εγκαταλελειμμένα παιδιά των δρόμων που αναγκάζονται να στραφούν στην κλοπή και το έγκλημα για να επιβιώσουν. Ο Μπουνιουέλ εστιάζει το ενδιαφέρον του στις σχέσεις ανάμεσα σε δύο από τα παιδιά αυτά, μεγαλωμένα στις φτωχοσυνοικίες της Πόλης του Μεξικού: τον σχετικά αθώο Πέδρο και τον μεγαλύτερό του, σκληρό και έμπειρο, με μια δόση κυνισμού, Χάιμπο, που έχοντας αποφυλακιστεί, αναλαμβάνει την αρχηγία της συμμορίας των παιδιών και κυνηγά τον Πέδρο προκαλώντας τελικά τον θάνατό του.
Ο Μπουνιουέλ εκμεταλλεύεται τα στοιχεία τού εμπορικού μελοδράματος για να φτιάξει μια συγκλονιστική, σκληρή, χωρίς υποχωρήσεις σε συναισθηματισμούς, αριστουργηματική ταινία, όπου τα όνειρα, οι παραισθήσεις και η (συχνά καταπιεσμένη) σεξουαλικότητα παίζουν τον ίδιο σημαντικό ρόλο με την ανυποχώρητη κριτική ματιά του πάνω στην κοινωνία. Για τον Μπουνιουέλ η τραγωδία των παιδιών είναι ένα μέσο για να καταγγείλει μια κοινωνική κατάσταση που στηρίζεται στη φιλανθρωπία και στον οίκτο και που όχι μόνο δεν περιορίζει την εγκληματικότητα των ανηλίκων, αλλά την καλλιεργεί και την αναπτύσσει.
Συνδυάζοντας έναν ωμό ρεαλισμό, που ξεπερνά την επιφάνεια την οποία συναντάμε συχνά στον ιταλικό νεορεαλισμό της ίδιας περιόδου, με μια ανατρεπτική, σουρεαλιστική, μαζί και ποιητική ματιά, ο σκηνοθέτης τής «Βιριδιάνα» και της «Τριστάνα» παρουσιάζει τα διάφορα πρόσωπα αντικειμενικά, με λεπτή συχνά ειρωνεία, βάζοντας το «νυστέρι» του κάτω από την επιφάνεια, αποκαλύπτοντάς μας μια άλλη, πιο αληθινή πλευρά του εαυτού μας αλλά και του κόσμου μας. Ετσι ώστε τόσο ο Χάιμπο και ο Πέδρο με την οποιαδήποτε, έστω και λανθασμένη, αντίδρασή τους ενάντια στην κοινωνία που τους δημιούργησε, όσο και ο σακάτης ζητιάνος που στηρίζεται στον οίκτο για να κερδίσει τη συμπάθειά μας (για να αποκαλυφθεί το ίδιο αδυσώπητος με τον Χάιμπο), αλλά και ο φιλελεύθερων απόψεων διευθυντής του σωφρονιστηρίου, με την αναποτελεσματική τελική εμπιστοσύνη που θέλει κάποια στιγμή να δείξει προς τον Πέδρο, να είναι με γνώση και πειστικά τοποθετημένοι σ' ένα απάνθρωπο σύστημα, που δημιουργεί ζούγκλες σαν κι αυτή στην οποία ζουν τα εγκαταλελειμμένα παιδιά και που μόνο μια εκ θεμελίων ανατροπή του (άρα με επανάσταση) μπορεί να αλλάξει προς έναν πιο ανθρώπινο και δίκαιο κόσμο. Μια ταινία στην οποία κυριαρχεί η «ποίηση της ωμότητας», αληθινή «γροθιά στο στομάχι», από έναν σκηνοθέτη που παρέμεινε ώς το τέλος πιστός στις απόψεις του, μια ταινία που βλέπεται και ξαναβλέπεται με την ίδια πάντα απόλαυση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου